Καλωσόρισμα



Σας καλωσορίζω όλους στο ηλεκτρονικό μου ημερολόγιο, ένα χώρο μέσω του οποίου ελπίζω να αποκτήσω μια καθημερινή επαφή με όλους εσάς που προβληματίζεστε για το μέλλον, που θέλετε να ακούσετε μια διαφορετική πρόταση, που έχετε ακόμα την ελπίδα ότι τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν, που είστε ή δεν είστε φίλοι και ψηφοφόροι μου, αλλά που θέλετε να εκφραστείτε και να επικοινωνήσετε μαζί μου.

Καλώς ήρθατε στο blog μου. Περιμένω τα σχόλια και τις απόψεις σας.

Με εκτίμηση,
Μιλένα

5 Μαρ 2009

Το Πρόσχημα της Εγκληματικότητας και το Έλλειμμα της Ασφάλειας

Η απελθούσα διακυβέρνηση George W. Bush, με αφορμή τα τραγικά γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, επέβαλε στο εσωτερικό των Ηνωμένων Πολιτειών μια πολιτική που οδήγησε στην καταστρατήγηση βασικών ανθρώπινων δικαιωμάτων στη βάση της υπεράσπισης του εθνικού συμφέροντος από τις «ασύμμετρες απειλές». Το δόγμα Bush στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής μεταφράστηκε σε στρατηγική που με το πρόσχημα της πάταξης της τρομοκρατίας, οδήγησε τις ΗΠΑ στη διεθνή απομόνωση. Το δόγμα Bush βασίστηκε στην καλλιέργεια του φόβου στην αμερικάνικη κοινωνία και την εξάπλωσή του σε ολόκληρο τον πλανήτη. Η πολιτική του φόβου δημιούργησε αίσθημα ανασφάλειας. Η φοβικότητα καλλιέργησε σύνδρομα και επέτεινε την αβεβαιότητα. Πλέον η πολιτική αντιπαράθεση οδηγήθηκε μοιραία σε μια συζήτηση για τον προσδιορισμό των κινδύνων που πρέπει να φοβούνται περισσότερο οι πολίτες και την αναζήτηση του καταλληλότερου «μεσσία» για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα.

Μια ανάλογη -όχι παρόμοια- κατάσταση βιώνει και η Ελληνική κοινωνία. Οι Έλληνες πολίτες παρατηρούν εμβρόντητοι την αύξηση τόσο της καθημερινής εγκληματικότητας, όσο και της οργανωμένης. Το αίσθημα της ανασφάλειας και της ανομίας είναι κυρίαρχο. Το πρόβλημα ασφαλώς δεν είναι νομικό ή δικαστικό. Δεν αφορά στην απουσία ενός επαρκούς θεσμικού πλαισίου ή στο έλλειμμα αυστηρών ποινών στον ισχύοντα ποινικό κώδικα που θα οδηγήσουν στον αποτελεσματικό παραδειγματισμό και κυρίως στην αποτροπή επαναλαμβανόμενης τέλεσης αξιόποινων πράξεων. Το πρόβλημα είναι κοινωνικό και πολιτικό. Η κοινωνική του διάσταση όσο προφανής είναι άλλο τόσο βέβαια δεν μπορεί να αποτελεί και το άλλοθι για τοποθετήσεις που σκόπιμα ή όχι μπορεί να παρερμηνευθούν οδηγώντας στο συμπέρασμα της λανθάνουσας υιοθέτησης ή εν πάσει περιπτώσει κατανόησης συλλήβδην των εγκληματικών αυτών πράξεων και ένταξής τους σε ένα υποτιθέμενο κοινωνικό ποτάμι οργής.

Η καταρρακωμένη και παραπαίουσα κοινωνική συνοχή στη χώρα μας, καθώς και η εμπεδωμένη αίσθηση της απόλυτης ανηθικότητας που κυριαρχεί σε ολόκληρη τη δημόσια ζωή, είναι παράγοντες διαλυτικοί για μια κοινωνία. Η δημόσια καθημερινότητα ανατροφοδοτεί στους πολίτες και ιδιαίτερα στους νέους μια διογκούμενη οργή και τους κάνει να αισθάνονται ότι οτιδήποτε σχεδιάζεται για τον τόπο όχι απλά δεν τους συμπεριλαμβάνει, αλλά υπηρετεί ιδιοτελείς και αντίθετες στο δημόσιο συμφέρον σκοπιμότητες. Την ίδια στιγμή αυτό το αναξιόπιστο κράτος έχει απωλέσει κάθε στοιχείο επιχειρησιακής αποτελεσματικότητας και αξιόπιστης λειτουργίας που με κόπο και δημόσιες επενδύσεις απέκτησε τη δεκαετία 1993-2004. Η επιστροφή του σκληρού κομματικού κράτους που είναι αλήθεια ότι ποτέ δεν μας εγκατέλειψε ως σύστημα κρατικής οργάνωσης, αισθητά όμως υποχώρησε την ίδια προηγούμενη δεκαετία, διέλυσε εν ριπή οφθαλμού τον επιχειρησιακό κορμό της ελληνικής αστυνομίας και σήμερα η κυβέρνηση τρέχει πίσω από όσα η ίδια σε ένα βαθμό με τις επιλογές της προκάλεσε. Όλοι οι δείκτες αποδεικνύουν ότι τα τελευταία πέντε χρόνια γίναμε μάρτυρες μιας πρωτοφανούς επιχείρήσης διάλυσης και άλωσης στο χώρο των σωμάτων ασφαλείας με τραγικά αποτελέσματα σε ότι αφορά στο αίσθημα ασφάλειας των πολιτών. Για πρώτη φορά έπειτα από πολλά χρόνια στην ιστορία της μεταπολιτευτικής Ελλάδας το πρόβλημα της ασφάλειας εμφανίζεται και μάλιστα πρώτο σε όλες τις μετρήσεις της κοινής γνώμης στα προβλήματα που απασχολούν την ελληνική κοινωνία.

Η επίκληση του επιχειρήματος της διογκούμενης εγκληματικότητας από την κυβέρνηση λειτουργεί ήδη ως πρόσχημα για την επιβολή ενός καταχρηστικού ποινικού ελέγχου, που θέτει στο στόχαστρό του όλους τους πολίτες ανεξαιρέτως, τόσο τις μειοψηφίες όσο και τις πλειοψηφίες, και τελικά την ίδια τη δημοκρατία. Η εμπέδωση του αισθήματος ασφάλειας του πολίτη πρέπει να είναι βασικός στόχος. Σε ένα σύγχρονο κράτος δικαίου, όμως, δεν υπάρχουν διλήμματα μεταξύ ελευθερίας και ασφάλειας. Ασφάλεια για τον πολίτη υπάρχει μόνο όταν γίνονται απολύτως σεβαστά τα συνταγματικά κατοχυρωμένα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα και οι θεμελιώδεις ελευθερίες. Η απόφαση της κυβέρνησης να ποινικοποιήσει την «κουκούλα» δεν συνιστά μόνο έναν επικίνδυνο αναχρονισμό, που θυμίζει στους πολίτες τις εποχές που η λογική της «περιύβρισης αρχής» έθετε προσκόμματα στη δημοκρατική λειτουργία των θεσμών. Κατά κύριο λόγο η απόφαση αυτή δίνει άλλοθι στην αναποτελεσματικότητα και την αδυναμία της κυβέρνησης να διαχειριστεί την κοινωνική και οικονομική κρίση. Η αστυνομία πρέπει να σέβεται τον πολίτη και να είναι παρούσα όταν και όπου τη χρειαστεί. Πρέπει να εμπεδώνει το αίσθημα ασφάλειας, αντιμετωπίζοντας αποτελεσματικά την εγκληματικότητα σε όλες της τις μορφές. Πρέπει να σέβεται τις δημοκρατικές ελευθερίες και τα πολιτικά δικαιώματα και ταυτοχρόνως να είναι ένας μηχανισμός πρόληψης και καταστολής της εγκληματικότητας. Τα παραπάνω προϋποθέτουν, όμως, ένα συνολικό επιτελικό σχεδιασμό. Προϋποθέτουν επαγγελματισμό και σοβαρότητα και όχι λογική χωροφύλακα του ’60. Η αστυνομία χρειάζεται νέα δομή, προσαρμοσμένη στη διοικητική αναδιάρθρωση της χώρας, και νέα διάταξη δυνάμεων, προσαρμοσμένη στις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας. Οι αστυνομικοί πρέπει να βρίσκονται στο δρόμο για την προστασία των πολιτών, εκπαιδευμένοι, καταρτισμένοι, θωρακισμένοι οι ίδιοι, προκειμένου να θωρακίσουν συνολικά την κοινωνία.

Όλες οι παραπάνω προτεραιότητες προϋποθέτουν ασφαλώς ένα διαφορετικό κράτος. Στη χώρα μας, καμιά μεγάλη αλλαγή και καμιά ριζική μεταρρύθμιση δεν μπορεί να πετύχει, αν δεν αγγίξει την καρδιά της λειτουργίας του κράτους, καθώς εκεί εντοπίζεται η πηγή των προβλημάτων, που παράγει και αναπαράγει αγκυλώσεις, τρέφει τον αναχρονισμό, τροφοδοτεί τη στασιμότητα και τη διαφθορά, καταδυναστεύει τους πολίτες και στρεβλώνει την οικονομία. Όλα αυτά προϋποθέτουν το εγχείρημα μιας νέας πολιτικής και κοινωνικής αλλαγής. Προϋποθέτουν μια πολιτική ανατροπή που θα δρομολογήσει το νέο κύμα τομών που έχει ανάγκη η χώρα. Οι εκλογές είναι η μόνη διέξοδος και σε αυτό το εγχείρημα φαίνεται ότι εναποθέτει τις ελπίδες της μια καινούργια κοινωνική πλειοψηφία.